Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Για την εξέγερση


Για την εξέγερση

Στάσεις (δηλ οι μη συνειδητές, ανοργάνωτες, αυθόρμητες και κάποτε άγριες ταραχές), διαδηλώσεις (δηλ οργανωμένος απεργιακός αγώνας και πολιτικές διαδηλώσεις), οδομαχίες, τμήματα επαναστατικού στρατού, αυτά είναι τα στάδια ανάπτυξης της λαϊκής εξέγερσης.
Τώρα φτάσαμε επιτέλους και στο τελευταίο στάδιο. Εννοείται αυτό δε σημαίνει πως όλο το κίνημα στο σύνολό του βρίσκεται κιόλας στο καινούργιο αυτό ανώτερο σκαλοπάτι. Όχι. Υπάρχει ακόμη πολλή καθυστέρηση στο κίνημα, στα γεγονότα της Οδησσού υπάρχουν ακόμα ολοφάνερα γνωρίσματα των παλιών στάσεων.
Από τον ίδιο το στρατό βγαίνουν τμήματα επαναστατικού στρατού.
Υποχρέωση αυτών των τμημάτων είναι να κηρύξουν την εξέγερση, να δώσουν στις μάζες τη στρατιωτική ηγεσία που είναι απαραίτητη στον εμφύλιο πόλεμο. Ο επαναστατικός στρατός είναι απαραίτητος γιατί μόνο με τη δύναμη μπορούν να λυθούν τα μεγάλα ιστορικά προβλήματα και η οργάνωση της δύναμης στο σύγχρονο αγώνα σημαίνει στρατιωτική οργάνωση.
Η σοσιαλδημοκρατία ποτέ δεν έφτασε στο σημείο να παίζει με στρατιωτικές συνωμοσίες, ποτέ δεν προώθησε στην πρώτη σειρά τα στρατιωτικά ζητήματα, όσο δεν υπήρχαν ολοφάνερα οι συνθήκες ενός αρχινισμένου εμφυλίου πολέμου.
(Λένιν, τ. 10, «Επαναστατικός στρατός και επαναστατική κυβέρνηση»).

Η σοσιαλδημοκρατία ποτέ δεν έφτασε στο σημείο να παίζει με στρατιωτικές συνωμοσίες, ποτέ δεν προώθησε στην πρώτη γραμμή τα στρατιωτικά ζητήματα, όσο δεν υπήρχαν ολοφάνερα οι συνθήκες αρχινισμένου εμφυλίου πολέμου.
(Λένιν, τ.10, σελ 342).

Φανταστείτε μια λαϊκή εξέγερση. Ίσως ο καθένας θα συμφωνήσει ότι πρέπει να ετοιμαζόμαστε γι αυτή. Πως όμως να ετοιμαζόμαστε; Ένα δίχτυ πρακτόρων που θα διαμορφώνονταν στη δουλειά για την έκδοση και την κυκλοφορία μιας κεντρικής εφημερίδας δεν θα αναγκάζονταν να κάθεται και να περιμένει το σύνθημα της εξέγερσης, μα θα διεξήγε μια τακτική δουλειά που θα του εξασφάλιζε τις μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας σε περίπτωση εξέγερσης. Μια τέτοια δουλειά θα δυνάμωνε τους δεσμούς με τις πιο πλατιές μάζες των εργατών και με όλα τα στρώματα τα δυσαρεστημένα από την απολυταρχία, πράγμα που έχει τόσο μεγάλη σπουδαιότητα για μια εξέγερση. Σε μια τέτοια δουλειά θα αναπτύσσονταν η ικανότητα να εκτιμάται σωστά η γενική πολιτική κατάσταση και συνεπώς η ικανότητα να διαλέγεται η κατάλληλη στιγμή για την εξέγερση. Μια τέτοια ακριβώς δουλειά θα δίδασκε όλες τις τοπικές οργανώσεις ν ανταποκρίνονται συγχρόνως στα ίδια πολιτικά ζητήματα, συμβάντα και γεγονότα που συνταράζουν όλη τη Ρωσία, ν αντιδρούν Σ αυτά όσο το δυνατόν πιο δραστήρια, πιο ομοιόμορφα και με τον πιο ενδεδειγμένο τρόπο. Γιατί μια εξέγερση είναι στην ουσία η πιο δραστήρια, η πιο ομοιόμορφη και η πιο ενδεδειγμένη «απάντηση» όλου του λαού στην κυβέρνηση.
(Λένιν, τ. 11, «Η επανάσταση διδάσκει»).

Η λέξη εξέγερση είναι πολύ μεγάλη λέξη. Το κάλεσμα για εξέγερση είναι ένα κάλεσμα εξαιρετικά σοβαρό. Όσο πιο περίπλοκο γίνεται το κοινωνικό καθεστώς, όσο πιο υψηλή είναι η οργάνωση της κρατικής εξουσίας, όσο πιο τέλεια είναι η στρατιωτική τεχνική, τόσο πιο ασυγχώρητο είναι το επιπόλαιο ρίξιμο ενός τέτοιου συνθήματος. Και είπαμε πολλές φορές ότι οι επαναστάτες σοσιαλδημοκράτες από καιρό προετοίμαζαν το ρίξιμο αυτού του συνθήματος, το έριξαν όμως σαν άμεσο κάλεσμα μόνο τότε που δεν μπορούσε να υπάρχει καμιά ταλάντευση σχετικά με τη σοβαρότητα, το πλάτος και το βάθος του επαναστατικού κινήματος, καμιά ταλάντευση σχετικά με το ότι τα πράγματα προσεγγίζουν στη λύση τους με την κυριολεξία της λέξης.
(Λένιν, τ. 11, σελ 367-368, «Η τελευταία λέξη της ισκρικής τακτικής»).

Μιλά (ο Στρούβε) για τον αναπόφευκτο χαρακτήρα της εξέγερσης, αντί να πει ότι η εξέγερση είναι αναγκαία για τη νίκη της επανάστασης. Η εξέγερση –απροετοίμαστη, αυθόρμητη, σποραδική- έχει κιόλας αρχίσει. Κανείς δεν θα μπορέσει να εγγυηθεί απόλυτα ότι θα εξελιχθεί σε πλήρη και ολοκληρωμένη ένοπλη λαϊκή εξέγερση, γιατί αυτό εξαρτάται και από την κατάσταση των επαναστατικών δυνάμεων (που δεν μπορούν να υπολογιστούν με ακρίβεια παρά μόνο στην πορεία του αγώνα) και από τη στάση της κυβέρνησης και της αστικής τάξης και από μια σειρά άλλα περιστατικά που δεν μπορούν να προβλεφθούν με ακρίβεια. Δεν υπάρχει λόγος να μιλάμε για το αναπόφευκτο με την έννοια της απόλυτης εκείνης πεποίθησης ότι θα γίνει ένα συγκεκριμένο γεγονός. Αν θέλετε να είστε οπαδός της επανάστασης πρέπει να μιλάτε για το αν η εξέγερση είναι αναγκαία για τη νίκη της επανάστασης, αν είναι ανάγκη να την προωθούμε δραστήρια, να την κηρύσσουμε, να την προετοιμάζουμε άμεσα και ενεργά.
(Λένιν, τ. 11, «Δυο τακτικές της σοσιαλδημοκρατίας»).

Μπάζουν τις κατηγορίες του κοινοβουλευτικού αγώνα σε αποφάσεις γραμμένες για συνθήκες όπου δεν υπάρχει κανένα κοινοβούλιο. Η έννοια «αντιπολίτευση» που έχει γίνει η αντανάκλαση και η έκφραση μιας πολιτικής κατάστασης όπου κανένας δεν μιλά στα σοβαρά για εξέγερση, εφαρμόζεται χωρίς νόημα σε μια κατάσταση όπου έχει αρχίσει η εξέγερση και όπου όλοι οι οπαδοί της επανάστασης σκέπτονται και μιλάνε για την ηγεσία της. η επιθυμία «να μείνει κανείς» στο ίδιο σημείο, όπως και πρώτα, δηλ. στη δράση μόνο «από τα κάτω», εκφράζεται με πομπώδες ύφος και αλαλαγμούς ακριβώς τότε που η επανάσταση έχει βάλει το ζήτημα ότι, σε περίπτωση νίκης της εξέγερσης, είναι ανάγκη να δράσει κανείς από τα πάνω.
Δεν σκέφτηκαν πως οι έννοιες και οι όροι του κοινοβουλευτικού αγώνα μεταβάλλονται και μετατρέπονται στο αντίθετό τους την εποχή που έχει αρχίσει η επανάσταση και δεν υπάρχει κοινοβούλιο, τον καιρό που έχουμε εμφύλιο πόλεμο, που έχουμε ξεσπάσματα της εξέγερσης. Δεν σκέφτηκαν ότι στις συνθήκες για τις οποίες γίνεται λόγος οι τροπολογίες προτείνονται με διαδηλώσεις στο δρόμο, οι επερωτήσεις υποβάλλονται με επιθετικές ενέργειες των ένοπλων πολιτών, η αντιπολίτευση προς την κυβέρνηση πραγματοποιείται με τη βίαιη ανατροπή της κυβέρνησης.
Όταν έχει αρχίσει ο εμφύλιος πόλεμος, τότε το να περιορίζεσαι όπως παλιά «σε λόγους», χωρίς να ρίχνεις άμεσο σύνθημα για πέρασμα «σε έργα», το να αποφεύγεις τα έργα επικαλούμενος τους «ψυχολογικούς όρους» και την «προπαγάνδα» γενικά είναι κάτι το άψυχο, το νεκρό, είναι θεωρητικολογία ή ακόμα προδοσία και ξεπούλημα της επανάστασης.
Θυμηθείτε τα χρόνια 1901-1902. είχαν αρχίσει οι διαδηλώσεις. Ο αγοραίος επαναστατισμός άρχισε να φωνάζει για «έφοδο», έβγαιναν «αιμοβόρες προκηρύξεις», γινόταν επίθεση ενάντια στον «φιλολογισμό» και στο γραφειοκρατικό χαρακτήρα της ιδέας της πανρωσικής ζύμωσης μέσω μιας εφημερίδας. Απ την άλλη ο χβοστισμός των επαναστατών παρουσιαζόταν με το κήρυγμα ότι «ο οικονομικός αγώνας είναι το καλύτερο μέσο για πολιτική ζύμωση». Η επαναστατική σοσιαλδημοκρατία χτύπησε και τα δυο αυτά ρεύματα. Καταδίκασε την τακτική των πραξικοπημάτων και τις φωνασκίες για έφοδο, γιατί όλοι έβλεπαν ή έπρεπε να βλέπουν καθαρά ότι η ανοιχτή μαζική δράση αποτελεί αυριανή υπόθεση. Καταδίκασε τον χβοστισμό και έριξε ανοιχτά το σύνθημα ακόμα και για παλλαϊκή ένοπλη εξέγερση, όχι με την έννοια μιας άμεσης έκκλησης (έκκληση για «στάση» δεν θα βρει σε μας ο κ Στρούβε εκείνη την εποχή), αλλά με την έννοια ενός αναγκαίου συμπεράσματος, με την έννοια της προπαγάνδας. Τότε η αντικειμενική κατάσταση των πραγμάτων προωθούσε στην πρώτη γραμμή την προπαγάνδα και τη ζύμωση, τη ζύμωση και την προπαγάνδα. Τότε σαν λυδία λίθος της δουλιάς για την προετοιμασία της εξέγερσης μπορούσε να προβληθεί η δουλειά για τη δημιουργία μιας πανρωσικής πολιτικής εφημερίδας. Τότε τα συνθήματα: μαζική ζύμωση αντί άμεση ένοπλη δράση, προετοιμασία των κοινωνικο-ψυχολογικών όρων της εξέγερσης αντί τακτική των ξαφνικών ξεσπασμάτων ήταν τα μοναδικά σωστά συνθήματα της επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας. Τώρα τα συνθήματα αυτά ξεπεράστηκαν από τα γεγονότα, το κίνημα τράβηξε μπροστά, αυτά έγιναν σαβούρα, κουρέλια.
Κοιτάξτε γύρω σας. Μήπως η ίδια η κυβέρνηση δεν έχει αρχίσει κιόλας τον εμφύλιο πόλεμο τουφεκίζοντας παντού κατά μάζες φιλειρηνικούς και άοπλους πολίτες; Μήπως οι οπλισμένες μαύρες εκατονταρχίες δεν παρουσιάζονται σαν «επιχείρημα» της απολυταρχίας;
(Λένιν, τ. 11, «Δυο τακτικές της σοσιαλδημοκρατίας»).

Όσο οι ρώσοι καπιταλιστές και η προσωρινή τους κυβέρνηση περιορίζονται μόνο σε απειλές χρήσης βίας ενάντια στο λαό, όσο οι καπιταλιστές δεν άρχισαν να χρησιμοποιούν βία ενάντια στα σοβιέτ των εργατών, στρατιωτών κ.α. βουλευτών, που οργανώνονται ελεύθερα και ελεύθερα αντικαθιστούν και εκλέγουν όλες χωρίς εξαίρεση τις αρχές, ως τότε το κόμμα μας θα κηρύσσει την παραίτηση απ τη βία γενικά και θ αγωνίζεται ενάντια στη βαθιά και ολέθρια σφαλερότητα του «επαναστατικού αμυνιτισμού» αποκλειστικά με μεθόδους συντροφικής πειθούς, με την εξήγηση της αλήθειας ότι η ανεπίγνωστη ευπιστία που δείχνουν οι πλατιές μάζες προς την κυβέρνηση των καπιταλιστών είναι αυτή τη στιγμή στη Ρωσία το κυριότερο εμπόδιο για το γρήγορο τερματισμό του πολέμου.
Στη Ρωσία ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος τελείωσε, τώρα περνάμε στο δεύτερο πόλεμο, ανάμεσα στον ιμπεριαλισμό και στον ένοπλο λαό. Όσο ο Μιλιουκόφ και ο Γκουτσκόφ δεν έχουν χρησιμοποιήσει ακόμα βία, ο εμφύλιος αυτός πόλεμος μετατρέπεται για μας σε ειρηνική, μακρόχρονη και υπομονητική ταξική προπαγάνδα. Όταν μιλάμε για εμφύλιο πόλεμο πρωτού οι άνθρωποι νιώσουν την ανάγκη του, τότε αναμφίβολα πέφτουμε στον μπλανκισμό. Είμαστε υπέρ του εμφυλίου πολέμου, αλλά τότε μόνο, όταν αυτός διεξάγεται από μια συνειδητή τάξη.
(Λένιν, τ. 31, «Η έβδομη πανρωσική συνδιάσκεψη του ΣΔΕΚΡ-εισήγηση για την τρέχουσα στιγμή»).

Ο μαρξισμός βλέπει την εξέγερση σαν τέχνη.
Η εξέγερση για να πετύχει δεν πρέπει να στηρίζεται σε συνωμοσία, ούτε σ ένα κόμμα, αλλά στην πρωτοπόρα τάξη, αυτό είναι το πρώτο. Η εξέγερση πρέπει να στηρίζεται στην επαναστατική άνοδο του λαού. Αυτό είναι το δεύτερο. Η εξέγερση πρέπει να στηρίζεται σε τέτοιο σημείο στροφής στην ιστορία της αναπτυσσόμενης επανάστασης, όταν στις πρωτοπόρες γραμμές του λαού παρατηρείται η μεγαλύτερη δραστηριότητα, όταν οι ταλαντεύσεις στις γραμμές των εχθρών και στις γραμμές των αδύνατων,, μεσοβέζικων, αναποφάσιστων φίλων της επανάστασης είναι μεγαλύτερες από κάθε άλλη φορά. Αυτό είναι το τρίτο.
(Λένιν, τ. 34, «Ο μαρξισμός και η εξέγερση»).

Πρώτο, ποτέ δεν πρέπει να παίζεις με την εξέγερση, αν δεν είσαι αποφασισμένος να τραβήξεις ως το τέλος (καταλέξη: να υπολογίζεις όλες τις συνέπειες αυτού του παιχνιδιού). Η εξέγερση είναι μια εξίσωση με μεγέθη εξαιρετικά ακαθόριστα, που η αξία τους μπορεί ν αλλάζει κάθε μέρα. Οι μαχητικές δυνάμεις που ενάντιά τους θα πρέπει να δράσεις, έχουν ολοκληρωτικά με το μέρος τους το πλεονέκτημα της οργάνωσης, της πειθαρχίας και του πατροπαράδοτου κύρους.
Δεύτερο, από τη στιγμή που η εξέγερση θα έχει αρχίσει, θα πρέπει να ενεργείς με τη μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και να περάσεις σε επίθεση. Η άμυνα είναι ο θάνατος κάθε ένοπλης εξέγερσης. Με την άμυνα η εξέγερση χάνεται προτού ακόμη αναμετρηθεί με τον εχθρό. Πρέπει να αιφνιδιάζεται ο αντίπαλος, όσο τα στρατεύματά του είναι ακόμη σκόρπια, πρέπει να πετυχαίνονται κάθε μέρα καινούργιες έστω και μικρές επιτυχίες. Πρέπει να διατηρείται η ηθική υπεροχή. Πρέπει να προσελκύονται με το μέρος σου τα ταλαντευόμενα στοιχεία που ακολουθούν πάντα τους πιο δυνατούς και που τάσσονται πάντα με το πιο σίγουρο μέρος. Πρέπει να εξαναγκάζεται ο εχθρός σε υποχώρηση προτού μπορέσει να συγκεντρώσει τα στρατεύματά του εναντίον σου. Να δρας σύμφωνα με τα λόγια του Δαντόν: τόλμη, τόλμη και πάλι τόλμη.
Αν το επαναστατικό κόμμα δεν έχει την πλειοψηφία μέσα στα πρωτοπόρα τμήματα των επαναστατικών τάξεων και μέσα στη χώρα, δεν μπορεί να γίνει λόγος για εξέγερση. Εκτός από αυτό, για την εξέγερση χρειάζονται: 1. φούντωμα της επανάστασης σε πανεθνική κλίμακα. 2. πλήρης ηθική και πολιτική χρεοκοπία της παλιάς κυβέρνησης. 3. μεγάλες ταλαντεύσεις στο στρατόπεδο όλων των ενδιάμεσων στοιχείων.
(Λένιν, τ. 34, «Θα κρατήσουν άραγε οι μπολσεβίκοι την εξουσία»).

Η ένοπλη εξέγερση είναι ένα ιδιαίτερο είδος πολιτικού αγώνα, που υπάγεται σε ιδιαίτερους νόμους. Η ένοπλη εξέγερση, όπως και ο πόλεμος, είναι τέχνη.
Να διαλέξουμε τα πιο αποφασιστικά στοιχεία (τα «τμήματα κρούσης» μας) και να σχηματίσουμε μικρά τμήματα για να καταλάβουν τα πιο σπουδαία σημεία και για να πάρουν μέρος παντού, σε όλες τις σπουδαίες επιχειρήσεις.
(Λένιν, τ. 34, «Συμβουλές ενός που λείπει»).

Για την εξέγερση χρειάζεται μια συνειδητή, σταθερή και ακλόνητη απόφαση συνειδητών ανθρώπων να παλέψουν μέχρι τέλους. Απ την άλλη χρειάζεται μια κατάσταση έντασης και απόγνωσης στις διαθέσεις των πλατιών μαζών που νιώθουν ότι τώρα τίποτε δεν μπορεί να σωθεί με ημίμετρα, ότι για «άσκηση επιρροής» ούτε λόγος μπορεί να γίνεται, ότι οι πεινασμένοι «θα καταστρέψουν τα πάντα, θα διαλύσουν τα πάντα, ακόμη και με αναρχικό τρόπο», αν οι μπολσεβίκοι δεν μπορέσουν να τους καθοδηγήσουν στην αποφασιστική μάχη.
(Λένιν, τ. 34, «Γράμμα σε συντρόφους»).

Αυτή όμως η αυτοτέλεια του σοσιαλδημοκρατικού προλεταριακού κόμματος ποτέ δεν θα μας κάνει να ξεχάσουμε τη σπουδαιότητα της κοινής επαναστατικής επίθεσης τη στιγμή της σημερινής επανάστασης. Εμείς οι σοσιαλδημοκράτες, μπορούμε και πρέπει να προχωρούμε ανεξάρτητα από τους επαναστάτες της αστικής δημοκρατίας, περιφρουρώντας την ταξική αυτοτέλεια του προλεταριάτου. Τον καιρό όμως της εξέγερσης, όταν καταφέρονται άμεσα χτυπήματα στον τσαρισμό, όταν προβάλλεται αντίσταση στον στρατό, όταν γίνονται έφοδοι ενάντια στις βαστίλλες του καταραμένου έχθρού ολάκερου του ρωσικού λαού, τότε πρέπει να προχωρούμε χέρι με χέρι. 
(Λένιν, «Η έναρξη της επανάστασης στη Ρωσία», τ. 9, σελ 205).

Η εξέγερση που υψώνεται πάνω απ την επανάσταση σαν μια βουνοκορφή στην οροσειρά των γεγονότων της, δεν μπορεί να προκληθεί αυθαίρετα, το ίδιο όπως και η επανάσταση στο σύνολό της. οι μάζες επανειλημμένα επιτίθενται και υποχωρούν, πριν αποφασίσουν να κάνουν την τελευταία έφοδο.
Μια νικηφόρα εξέγερση που δεν μπορεί να είναι παρά το έργο μιας τάξης προορισμένης να τεθεί επικεφαλής του έθνους, από την ιστορική της σημασία κι από τις μέθοδές της ξεχωρίζει βαθιά από ένα πραξικόπημα συνωμοτών που ενεργούν πίσω απ τις πλάτες των μαζών.
Στην καθαρή της κατάσταση η συνωμοσία, ακόμα και σε περίπτωση νίκης, το μόνο που μπορεί να δώσει είναι η αλλαγή στην άσκηση της εξουσίας διαφόρων κλικών της ίδιας κυρίαρχης τάξης ή λιγότερο ακόμα: αντικαταστάσεις πολιτικών προσώπων.
Η νίκη ενός κοινωνικού συστήματος πάνω σ ένα άλλο δεν έχει γίνει στην ιστορία, παρά μόνο με μαζική εξέγερση.
Ενώ οι περιοδικές συνωμοσίες είναι συχνότατα η έκφραση του μαρασμού και της σήψης της κοινωνίας, η λαϊκή εξέγερση, αντίθετα, αναφαίνεται συνήθως σαν αποτέλεσμα μιας προηγούμενης γοργής εξέλιξης, που σπάζει την παλιά ισορροπία του έθνους.
Αυτά δεν σημαίνουν ωστόσο καθόλου ότι λαϊκή εξέγερση και συνωμοσία αποκλείουν η μια την άλλη σ όλες τις περιπτώσεις. Ένα στοιχείο συνωμοσίας σ αυτό ή σ εκείνο το μέτρο περνάει πάντα στην εξέγερση. Η εξέγερση των μαζών δεν είναι ποτέ καθαρά στοιχειακή. Η εξέγερση των μαζών μπορεί να προβλεφθεί και να προετοιμαστεί. Αυτή μπορεί να οργανωθεί από τα πριν. Σ αυτή την περίπτωση η συνωμοσία είναι υποταγμένη στην εξέγερση, την υπηρετεί, διευκολύνει την πορεία της, επιταχύνει τη νίκη της. Όσο ψηλότερο είναι το πολιτικό επίπεδο ενός επαναστατικού κινήματος, όσο σοβαρότερη είναι η διεύθυνσή του, τόσο μεγαλύτερη είναι η θέση που κρατάει η συνωμοσία στη λαϊκή εξέγερση.
Η ιστορία δείχνει πως μια λαϊκή εξέγερση μπορεί, κάτω από ορισμένους όρους, να νικήσει ακόμα και χωρίς συνωμοσία. Έτσι έγινε ωε κάποιο βαθμό το Φλεβάρη του 1917 στη Ρωσία.
Ν ανατρέψεις την παλιά εξουσία είναι ένα πράγμα. Να πάρεις την εξουσία στα χέρια σου, είναι ένα άλλο πράγμα. Η μπουρζουαζία σε μια επανάσταση μπορεί να καταλάβει την εξουσία όχι γιατί είναι επαναστατική, μα γιατί είναι η μπουρζουαζία: έχει στα χέρια της την ιδιοκτησία, την παιδεία, τον τύπο, ένα δίχτυ από σημεία στήριξης, την ιεραρχία των θεσμών.
Τα πράγματα είναι διαφορετικά με το προλεταριάτο: στερημένο από κοινωνικά προνόμια, το εξεγερμένο προλεταριάτο δεν μπορεί να υπολογίζει παρά μόνο στον αριθμό του, στη συνοχή του, στα στελέχη του, στο επιτελείο του.
Όπως ο σιδεράς δεν μπορεί να πιάσει με γυμνό χέρι το πυρωμένο σίδερο, έτσι και το προλεταριάτο δεν μπορεί με γυμνά τα χέρια να καταλάβει την εξουσία: του χρειάζεται κατάλληλη οργάνωση γι αυτή τη δουλειά.
Στο συνδυασμό της μαζικής εξέγερσης με τη συνωμοσία, στην υποταγή της συνωμοσίας στην εξέγερση, στην οργάνωση της εξέγερσης διαμέσου της συνωμοσίας, βρίσκεται ο περίπλοκος και βαρύς σε ευθύνες τομέας της επαναστατικής πολιτικής, που ο Μάρξ και ο Ένγκελς αποκαλούσαν «τέχνη της εξέγερσης». Αυτό προϋποθέτει σωστή γενική διεύθυνση των μαζών, ευλυγισία προσανατολισμού απέναντι στις ευμετάβλητες περιστάσεις, μελετημένο σχέδιο επίθεσης, σύνεση στην τεχνική προετοιμασία και τόλμη στο χτύπημα.
Οι εξεγέρσεις των «στοιχειακών» δυνάμεων δεν μπορούν να βγουν απ τα πλαίσια του αστικού καθεστώτος.
Το λάθος του μπλανκισμού βρίσκεται στη συνταύτιση επανάστασης και εξέγερσης. Το τεχνικό λάθος του μπλανκισμού συνίσταται στη συνταύτιση της εξέγερσης με το οδόφραγμα. Ο Ένγκελς αποκάλυψε όχι μόνο τη δευτερότερη θέση της εξέγερσης μέσα στην επανάσταση, μα και τον παρακμάζοντα ρόλο του οδοφράγματος στην εξέγερση.
Τα σοβιέτ είναι όργανα προετοιμασίας των μαζών για την εξέγερση, τα όργανα της εξέγερσης και ύστερα απ τη νίκη, τα όργανα της εξουσίας. Ωστόσο τα σοβιέτ από μόνα τους δεν λύνουν το πρόβλημα. Το πρόγραμμα το δίνει στα σοβιέτ το κόμμα. Το πρόβλημα της κατάκτησης της εξουσίας μπορεί να λυθεί μόνο απ το συνδυασμό του κόμματος με τα σοβιέτ ή με άλλες μαζικές οργανώσεις, ισοδύναμες λίγο-πολύ με τα σοβιέτ.
Αποκρούοντας όλες τις παραλλαγές του μπλανκισμού και της αναρχίας, ο Λένιν δεν υποκλινόταν ούτε για μια στιγμή μπροστά στην «ιερή» στοιχειακή δύναμη των μαζών. Νωρίτερα και πιο βαθιά από άλλους είχε μελετήσει τη σχέση ανάμεσα στους αντικειμενικούς και υποκειμενικούς παράγοντες, ανάμεσα στο κίνημα των στοιχειακών δυνάμεων και την πολιτική του κόμματος, ανάμεσα στις λαϊκές μάζες και την προχωρημένη τάξη, ανάμεσα στο προλεταριάτο και την πρωτοπορία του, ανάμεσα στα σοβιέτ και το κόμμα, ανάμεσα στην εξέγερση και τη συνωμοσία.
Η μαιευτική επέμβαση στον τοκετό μένει πάντα η πιο ζωντανή απεικόνιση της συνειδητής ανάμιξης σ ένα στοιχειακό προτσές. Ο Χέρτσεν κατηγορούσε άλλοτε το φίλο του τον Μπακούνιν ότι έπαιρνε σ όλες τις επαναστατικές του πρωτοβουλίες, το δεύτερο μήνα της εγκυμοσύνης για τον ένατο.
Ανάμεσα στη στιγμή που η απόπειρα να προκαλέσεις ένα ξεσήκωμα μπορεί ν αποδειχθεί πρόωρη και τη στιγμή που η ευνοϊκή κατάσταση πρέπει κιόλας να θεωρείται σαν ανεπανόρθωτα χαμένη, μεσολαβεί κάποια περίοδος της επανάστασης –μπορεί να υπολογιστεί σε μερικές βδομάδες, καμιά φορά σε μερικούς μήνες- που στη διάρκειά της η εξέγερση μπορεί να συντελεστεί με μεγαλύτερες ή μικρότερες πιθανότητες επιτυχίας. Να διακρίνεις αυτή τη σχετικά σύντομη περίοδο και να διαλέξεις μετά μια ορισμένη στιγμή με την ακριβή έννοια της μέρας και της ώρας, για να καταφέρεις το τελευταίο χτύπημα, αυτό είναι για την επαναστατική διεύθυνση το πιο υπεύθυνο χρέος. Μπορεί κανείς να το αποκαλέσει κόμπο του προβλήματος, γιατί συνδέει την επαναστατική πολιτική με την τεχνική της εξέγερσης.

Οι ιθύνουσες τάξεις, σαν αποτέλεσμα της ολοφάνερης ανικανότητας., τους να βγάλουν τη χώρα από το αδιέξοδο, χάνουν την αυτοπεποίθηση τους, τα παλιά κόμματα αποσυντίθενται, λυσσασμένη πάλη ξεσπάει ανάμεσα στις ομά­δες και τις κλίκες, οι ελπίδες   μεταφέρονται στο θαύμα ή  στο θαυματουργό.
Όλα αυτά αποτελούν έναν από  τους πολιτικούς  ορούς της εξέγερσης, εξαιρετικά σημαντικό αν και παθητικό.
Μια μανιασμένη εχθρότητα απέναντι στην καθιερωμένη κοινωνική τάξη και η πρόθεση ν' αποτολμήσουν τις πιο ηρωικές προσπάθειες, να δόσουν θύματα, για να τραβήξουν τη  χώρα στο  δρόμο της ανόρθωσηςτέτοια είναι η και­νούργια πολιτική συνείδηση της επαναστατικής  τάξης που αποτελεί τον κύριο ενεργητικό όρο της εξέγερσης.
Τα δυο κύρια στρατόπεδαοι μεγαλοϊδιοκτήτες καί το προλεταριάτο
δεν αντιπροσωπεύουν ωστόσο, συνολικά, ολόκληρο το έθνος. Ανάμεσα τους
παρεμβάλλονται πλατιά στρώματα της μικρομπουρζουαζίας, πού παίρνουν
όλα τά χρώματα του οικονομικοπολιτικού πρίσματος. Η δυσαρέσκεια των εν­
διάμεσων στρωμάτων, Η απογοήτευση τους από την πολιτική της ιθύνουσας
τάξης, η ανυπομονησία τους και το ξεσήκωμα τους, η διάθεση τους να υπο­
στηρίξουν την τολμηρά επαναστατική πρωτοβουλία του προλεταριάτου, απο­
τελούν τον τρίτο πολιτικό όρο της εξέγερσης, ως ενα μέρος παθητικό στο μέτρο πού εξουδετερώνει τις κορυφές τής μικρομπουρζουαζίας, ως ενα μέρος ενεργη­τικό στο μέτρο πού σπρώχνει τις βάσεις της να παλαίψουν άμεσα πλάϊ-πλάϊ μέ τους εργάτες.
Η καθοριστική Αμοιβαιότητα αυτών των όρων είναι φανερή : όσο πιο απο­φασιστικά και με σιγουριά δρα τό προλεταριάτο, τόσο πιο πολύ έχει τη δυνα­τότητα νά παρασύρει τα ενδιάμεσα στρώματα, τόσο πιο πολύ απομονώνεται η κυρίαρχη τάξη και τόσο πιο πολύ εντείνεται η αποθάρρυνση στους κόλπους της. Κι αντίστροφα, το ξεχαρβάλωμα των ιθυνόντων φέρνει νερό στο μύλο της επαναστατικής τάξης.
Το προλεταριάτο δε μπορεί, για την εξέγερση, να διαποτιστεί από την απα­ραίτητη σιγουριά στις ίδιες του τις δυνάμεις παρά μόνο στην περίπτωση πού απλώνεται μπροστά του μια ξάστερη προοπτική, αν έχει τη δυνατότητα να επαληθεύσει ενεργά τις σχέσεις των δυνάμεων που αλλάζουνε προς όφελός του, αν νιώθει από πάνω του μια διεύθυνση διορατική, σταθερή και τολμηρή. Αυτό μας οδηγεί στον όρο, τελευταίο στην απαρίθμηση μα όχι καί στή σπουδαιότητά του, της κατάκτησης της εξουσίας : στο επαναστατικό κόμμα σαν πρωτο­πορία της τάξης σφιχτοδεμένη και ατσαλωμένη.
Ο πιο αδύνατος όρος στην αλυσίδα των αναγκαίων όρων στάθηκε ως τώρα ο κρίκος του κόμματος: το πιο δύσκολο πράγμα για την εργατική τάξη είναι να δημιουργήσει μια επαναστατική οργάνωση που να βρίσκεται στο ύψος των ιστορικών καθηκόντων της.
Απ όλους τους βασικούς όρους της εξέγερσης ο λιγότερο σταθερός είναι η ψυχική κατάσταση της μικρομπουρζουαζίας. Σε περίοδο εθνικών κρίσεων αυτή βαδίζει πίσω απ την τάξη που όχι μόνο με το λόγο μα και με την πράξη της εμπνέει εμπιστοσύνη. Ικανή για παρορμητικά τινάγματα, ακόμα και για επαναστατικές μανίες, η μικρομπουρζουαζία χάνει εύκολα το θάρρος της σε περίπτωση αποτυχίας. Είναι αυτές οι βίαιες και γοργές μεταλλαγές στην ψυχική της κατάσταση που δίνουν τόση αστάθεια σε κάθε επαναστατική κατάσταση. Αν το επαναστατικό κόμμα δεν είναι αρκετά αποφασιστικό για να μεταβάλει έγκαιρα την προσδοκία και τις ελπίδες των λαϊκών μαζών σε επαναστατική δράση, τη θέση της πλημμυρίδας την παίρνει σε λίγο η αμπώτιδα. Τα ενδιάμεσα στρώματα αποστρέφουν το βλέμμα τους απ την επανάσταση και ζητάνε το σωτήρα τους στο αντίθετο στρατόπεδο. Όπως στη φουσκονεριά το προλεταριάτο παρασέρνει πίσω του τη μικρομπουρζουαία, έτσι στη φυρονεριά η μικρομπουρζουαζία παρασέρνει πίσω της σημαντικά στρώματα του προλεταριάτου. Τέτοια είναι η διαλεκτική των κομμουνιστικών και φασιστικών κυμάτων στην πολιτική εξέλιξη της μεταπολεμικής Ευρώπης.
Η εσώτερη διάθεση να υποστηρίξεις την εξέγερση δεν μπορεί καθόλου να ταυτιστεί με την ικανότητα να αντιλαμβάνεσαι καθαρά από τα πριν, την αναγκαιότητα της εξέγερσης. Οι μέθοδες της δημοκρατίας έχουν τα όριά τους. μπορείς να ρωτήσεις όλους τους επιβάτες ενός τρένου ποιος τύπος βαγονιού τους αρέσει καλύτερα, μα δεν μπορείς να πας να τους ρωτήσεις όλους αν πρέπει να φρενάρεις ένα τρένο που κινδυνεύει να εκτροχιαστεί. Κι όμως αν η σωτήρια ενέργεια γίνει επιδέξια και έγκαιρα, είσαι σίγουρος ότι έχεις την έγκριση των επιβατών.
Οι συλλογισμοί της αντικειμενικής εξέλιξης δεν συμπέφτουνε καθόλου, μέρα τη μέρα, με τους συλλογισμούς της σκέψης των μαζών. Κι όταν μια πεγάλη πρακτική απόφαση, από την πορεία των πραγμάτων, γίνεται επείγουσα, αυτή επιτρέπει λιγότερο από κάθε τι δημοψήφισμα. Οι διαφορές επιπέδου και ψυχικής κατάστασης στα διάφορα λαϊκά στρώματα περιορίζονται με τη δράση: τα πρωτοποριακά στοιχεία τραβάνε τους διστακτικούς κι απομονώνουνε κείνους που αντιστέκονται. Η πλειοψηφία δεν μετριέται, κατακτιέται.
Η πρώτη δουλειά κάθε εξέγερσης είναι να φέρει κοντά της το στρατό.
(Τρότσκι, «Η τέχνη της εξέγερσης»).

Τώρα όλα κρέμονται από μια τρίχα, στην ημερήσια διάταξη μπαίνουν ζητήματα που δεν λύνονται με συσκέψεις, ούτε με συνέδρια (έστω και με συνέδρια των σοβιέτ), αλλά αποκλειστικά από τους λαούς, από τη μάζα, από την πάλη των οπλισμένων μαζών.
Δεν πρέπει να περιμένουμε. Μπορεί να τα χάσουμε όλα.
Το κέρδος από την άμεση κατάληψη της εξουσίας είναι ότι υπερασπίζουμε το λαό (όχι το συνέδριο, μα το λαό, πρώτ απ όλα το στρατό και τους αγρότες) από την κορνιλοφική κυβέρνηση.
Ποιος πρέπει να πάρει την εξουσία; Αυτό δεν έχει τώρα σημασία. Ας την πάρει η στρατιωτική επαναστατική επιτροπή ή ένα άλλο όργανο που θα δηλώσει ότι θα παραδόσει την εξουσία μονάχα στους πραγματικούς εκπροσώπους των συμφερόντων του λαού.

Παίρνοντας την εξουσία σήμερα, την παίρνουμε όχι ενάντια στα σοβιέτ, αλλά για τα σοβιέτ.
Η κατάληψη της εξουσίας είναι έργο της εξέγερσης. Ο πολιτικός σκοπός της θα διευκρινιστεί ύστερα από την κατάληψη της εξουσίας.
Θα ήταν καταστροφή η προσκόληση στους τύπους να περιμένουμε την επισφαλή ψηφοφορία της 25 του Οκτώβρη. Ο λαός έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να λύνει παρόμοια ζητήματα όχι με ψηφοφορίες, αλλά με τη βία, ο λαός έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση στις κρίσιμες στιγμές της επανάστασης να κατευθύνει τους εκπροσώπους του, ακόμη και τους καλύτερους εκπροσώπους του κι όχι να τους περιμένει.
(Λένιν, τ. 34, «Γράμμα προς τα μέλη της ΚΕ»).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου