Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Τάξεις και κόμματα Κόμματα


Τάξεις και κόμματα

Κόμματα

Οι κομμουνιστές δεν αποτελούν ένα ξεχωριστό κόμμα, που αντιτίθεται στ άλλα εργατικά κόμματα.
Δεν έχουν συμφέροντα που ξεχωρίζουν από τα συμφέροντα του προλεταριάτου στο σύνολό του.
Δεν διακηρύσσουν ξεχωριστές αρχές που σύμφωνα μ αυτές θα θέλαν να πλάσουν το εργατικό κίνημα.
Οι κομμουνιστές διαφέρουν από τα άλλα εργατικά κόμματα μονάχα κατά τούτο: ότι από τη μια μεριά, στους διάφορους εθνικούς αγώνες των προλετάριων, τονίζουν και επιβάλλουν τα συμφέροντα που είναι κοινά σ όλο το προλεταριάτο κι ανεξάρτητα από την εθνικότητα. Και από την άλλη, ότι στις διάφορες βαθμίδες ανάπτυξης του αγώνα ανάμεσα στο προλεταριάτο και στην αστική τάξη, εκπροσωπούν πάντα τα συμφέροντα του κινήματος στο σύνολό του.
Στην πράξη λοιπόν οι κομμουνιστές είναι το πιο αποφασιστικό τμήμα των εργατικών κομμάτων όλων των χωρών, το τμήμα που τα κινεί πάντα προς τα μπρος.
(
Μανιφέστο του κομμουνιστικού κόμματος).


Στην πραγματικότητα οι τάξεις είναι ετερογενείς. Ξεσχίζονται από εσωτερικούς ανταγωνισμούς και φτάνουν στη λύση των κοινών προβλημάτων μόνο μέσα απ την εσωτερική πάλη των τάσεων, των ομάδων και των κομμάτων και με κανένα άλλο τρόπο. Είναι δυνατόν, με ορισμένους όρους, να δεχτεί κανείς πως «ένα κόμμα είναι μέρος μιας τάξης». Αλλά εφόσον μια τάξη έχει πολλά «μέρη» -μερικά κοιτάζουν μπροστά και μερικά πίσω- μια και η ίδια τάξη, μπορεί να δημιουργήσει αρκετά κόμματα. Για τον ίδιο λόγο, ένα κόμμα μπορεί να στηρίζεται πάνω σε μέρη διαφορετικών τάξεων. Σ ολόκληρη την πορεία της πολιτικής ιστορίας δεν πρόκειται να βρεθεί ένα παράδειγμα ενός μονάχα κόμματος που να αντιστοιχεί σε μια τάξη
(
Τρότσκι, Προδομένη επανάσταση, σελ 216).


Φυσικά η ταξική διαίρεση αποτελεί το πιο βαθύ θεμέλιο της διαίρεσης σε πολιτικές ομάδες. Αυτή σε τελευταία ανάλυση καθορίζει, βέβαια, πάντα τη διαίρεση σε ομάδες. Το βαθύ όμως αυτό θεμέλιο, αποκαλύπτεται μόνο στο μέτρο που συντελείται η πορεία της ιστορικής εξέλιξης και στο μέτρο που αναπτύσσεται η συνειδητότητα αυτών που συμμετέχουν και δημιουργούν αυτή την εξέλιξη. Αυτή η «τελευταία ανάλυση» πραγματοποιείται μόνο με την πολιτική πάλη, κάποτε σαν αποτέλεσμα μακρόχρονης, επίμονης πάλης που διαρκεί χρόνια και δεκαετίες, και πότε εκδηλώνεται θυελλώδικα με τη μορφή διαφόρων πολιτικών κρίσεων και πότε κοπάζει, λες και σταματάει προσωρινά.
(Λένιν, ταξικη διαίρεση και πολιτικές ομάδες, απ το "Τα καθήκοντα της επαναστατικής νεολαίας", τ. 7, σελ 341).


Η βδομάδα των Σπαρτακιστών το Γενάρη του 1919 στο Βερολίνο, ανήκει στον τύπο των ενδιάμεσων μισοεπαναστάσεων, όπως τα Ιουλιανά στην Πετρούπολη. Από τη δεσπόζουσα θέση του προλεταριάτου στη σύνθεση του γερμανικού έθνους, ιδιαίτερα στην οικονομία του, η εξέγερση του Νοέμβρη παράδοσε αυτόματα την κρατική κυριαρχία σ ένα Συμβούλιο εργατών και στρατιωτών.
Μα το προλεταριάτο πολιτικά ταυτιζότανε με τη σοσιαλδημοκρατία που, η ίδια ταυτιζότανε με το αστικό καθεστώς.
Το ανεξάρτητο κόμμα κρατούσε στη γερμανική επανάσταση τη θέση που ανήκε στη Ρωσία στους σοσιαλεπαναστάτες και στους μενσεβίκους. Κείνο που έλειπε ήταν ένα μπολσεβίκικο κόμμα
(Τρότσκι, Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης, τόμος 2, σελ 79-80)


Το προλεταριάτο δεν πρέπει καθόλου να βλέπει τις άλλες τάξεις και τα άλλα κόμματα σαν «μια αντιδραστική μάζα», απεναντίας, πρέπει να παίρνει μερος σ όλη την πολιτική και κοινωνική ζωή, να υποστηρίζει τις προοδευτικές τάξεις και τα προοδευτικά κόμματα ενάντια στα αντιδραστικά, να υποστηρίζει κάθε επαναστατικό κίνημα ενάντια στο υπάρχον καθεστώς, να είναι υπερασπιστής κάθε καταπιεζόμενης λαότητας ή φυλής, κάθε καταδιωκόμενης θρησκείας, του στερημένου από δικαιώματα φύλου κλπ.
(
Λένιν, «Διαμαρτυρία των σοσιαλδημοκρατών της Ρωσίας», τόμος 4, σελ. 176).


Εκτός απ τις ταξικές διαφορές, στο σχηματισμό των κομμάτων επιδρούν και άλλες διαφορές, λχ θρησκευτικές, εθνικές κλπ.
(Λένιν, «Οι τρουντοβίκοι και η εργατιική δημοκρατία», τα 21, σελ 280).


Τα δικά μας συνθήματα τακτικήςσυμπίπτουν με τα συνθήματα της λαοκρατικά-επαναστατικής και δημοκρατικής αστικής τάξης. Η αστική αυτή τάξη και η μικροαστική τάξη δεν έχουν ακόμα συγκροτηθεί σ ένα μεγάλο λαϊκό κόμμα στη Ρωσία*.
*
Οι «σοσιαλιστές-επαναστάτες» είναι μάλλον μια τρομοκρατική διανοουμενίστικη ομάδα, παρά το έμβρυο ενός τέτοιου κόμματος, αν και η αντικειμενική σημασία της δράσης αυτής της ομάδας συνοψίζεται ακριβώς στην εκπλήρωση των καθηκόντων της επαναστατικής και δημοκρατικής αστικής τάξης.
(
Λένιν, «Δυο τακτικές της σοσιαλδημοκρατίας στη δημοκρατική επανάσταση»).


Το κόμμα για μας δεν είναι μηχανισμός που το αλάθευτό του προστατεύεται με κυβερνητικά κατασταλτικά μέτρα, μα είναι ένας πολύπλοκος οργανισμός που όπως κάθε ζωντανό πράγμα, αναπτύσσεται μέσα σε αντιφάσεις.
(
Τρότσκι, πρόλογος στο «Ιστορία της ρωσικής επανάστασης»).



Είναι σωστό ότι το εσέρικο δόγμα είναι βλαβερό, λαθεμένο, αντιδραστικό, τυχοδιωκτικό, μικροαστικό. Μα οι ιδιότητες αυτές δεν εμποδίζουν αυτό το ψευτο-σοσιαλιστικό δόγμα να είναι το ιδεολογικό περικάλυμμα της πραγματικά επαναστατικής και όχι συμβιβαστικής, αστικής και μικροαστικής τάξης στη Ρωσία.
(Λένιν, τ. 17, σελ 358, «Πως οι σοσιαλεπαναστάτες κάνουν τον απολογισμό της επανάστασης»).


Το κόμμα αυτό δεν συνδέεται με μια οποιαδήποτε συγκεκριμένη τάξη της αστικής κοινωνίας, όμως είναι πέρα για πέρα αστικό, όσον αφορά τη σύνθεσή του, το χαρακτήρα του, τα ιδανικά του και γι αυτό ταλαντεύεται ανάμεσα στη δημοκρατική μικροαστική τάξη και στ αντεπαναστατικά στοιχεία της μεγαλοαστικής τάξης. Κοινωνικό έρεισμα αυτού του κόμματος είναι, απ τη μια μεριά, η μάζα των μικροαστών της πόλης, αυτών των ίδιων μικροαστών της πόλης που έφτιαχναν με ζήλο οδοφράγματα στη Μόσχα στις ένδοξες μέρες του Δεκέμβρη, και από την άλλη μεριά, ο φιλελεύθερος τσιφλικάς, που με τη μεσολάβηση του φιλελευθερίζοντος κρατικού λειτουργού τείνει προς τη συναλλαγή με την απολυταρχία, στο «άκακο» μοίρασμα της εξουσίας ανάμεσα στο λαό και στους κάθε λογής ελέω θεού καταπιεστές του λαού. Αυτό το εξαιρετικά πλατύ, ακαθόριστο και εσωτερικά αντιφατικό ταξικό έρεισμα του κόμματος αντικαθρεφτίζεται εξαιρετικά ανάγλυφα στο πρόγραμμα και στην τακτική των καντέτων. Το πρόγραμμά τους είναι πέρα για πέρα αστικό, οι καντέτοι δεν μπορούν ούτε να φανταστούν άλλο κοινωνικό σύστημα από το κεφαλαιοκρατικό, που τα όριά του δεν μπορούν να τα ξεπεράσουν ούτε οι πιο τολμηρές επιθυμίες τους. Στον τομέα της πολιτικής, το πρόγραμμά τους συνδυάζει το δημοκρατισμό, τη «λαϊκή ελευθερία» και την αντεπανάσταση, την ελευθερία καταπίεσης του λαού από την απολυταρχία, και τα συνδυάζει με καθαρά μικροαστική και δασκαλίστικα σχολαστική λεπτολογία.
Η κρατική εξουσία μοιράζεται περίπου σε τρία μέρη, αυτό είναι το ιδανικό του καντέτου. Το ένα μέρος ανήκει στην απολυταρχία. Η μοναρχία παραμένει. Ο μονάρχης διατηρεί ίσα δικαιώματα με τη λαϊκή αντιπροσώπευση, που «συμφωνεί» μαζί του σχετικά με τους νόμους που πρόκειται να εκδοθούν και του υποβάλλει για έγκριση τα νομοσχέδιά της. το άλλο μέρος της εξουσίας ανήκει στον τσιφλικά και στον κεφαλαιοκράτη. Αυτοί παίρνουν την άνω βουλή, απ όπου οι δευτεροβάθμιες εκλογές και το τίμημα του χρόνου διαμονής στον ίδιο τόπο πρέπει ν αποδιώχνουν τα στοιχεία του «απλού λαού». Τέλος, το τρίτο μέρος της εξουσίας, ανήκει στο λαό, που παίρνει την κάτω βουλή με βάση την καθολική, ίση, άμεση και μυστική ψηφοφορία. Αγαπήσωμεν αλλήλους. Ας είναι και ο λύκος χορτάτος και τα πρόβατα σωστά. Η υποκρισία αυτής της θέσης των καντέτων χτυπάει στα μάτια. Μα θα ήταν ολότελα λαθεμένο να εξηγήσουμε αυτή την υποκρισία και αυτή την ψευτιά με τις προσωπικές ιδιότητες των αρχηγών των καντέτων ή ορισμένων καντέτων. Μια παρόμοια χυδαία εξήγηση, είναι ολότελα ξένη στο μαρξισμό. Όχι, ανάμεσα στους καντέτους υπάρχουν αναμφισβήτητα ειλικρινέστατοι άνθρωποι, που πιστεύουν πως το κόμμα τους είναι κόμμα της «λαϊκής ελευθερίας». Όμως η δισυπόστατη και ταλαντευόμενη ταξική βάση του κόμματός τους, γεννάει αναπότρεπτα τη διπρόσωπη πολιτική τους, την ψευτιά και την υποκρισία τους.
(Ο μικροαστός) απομακρυσμένος ολότελα από την οξύτατη πάλη της εποχής μας, προτιμά και στην πολιτική να παραχωρεί την πρώτη θέση στις άλλες τάξεις, όταν πρόκειται για πραγματική κατάκτηση του συντάγματος, για την εξασφάλιση στην πράξη πραγματικού συντάγματος. Αυτή είναι η έμφυτη τάση της αστικής τάξης, και το κόμμα των καντέτων, αυτή η ραφιναρισμένη, εξευγενισμένη, εξαγνισμένη, αρωματισμένη, εξιδανικευμένη, ζαχαρωμένη προσωποποίηση των επαναστατικών τάσεων, δρα προς αυτή την κατεύθυνση με αξιοθαύμαστη σταθερότητα.
Οι καντέτοι δεν είναι κόμμα, αλλά μια συμπτωματική κατάσταση. Δεν είναι πολιτική δύναμη, αλλά αφρός, που γεννιέται απ τη σύγκρουση αντιμαχόμενων δυνάμεων, που λίγο-πολύ η μια αντισταθμίζει την άλλη.
Το κόμμα αυτό δεν θέλει και δεν μπορεί να εξουσιάζει κάπως σταθερά στην αστική κοινωνία γενικά, δεν θέλει και δεν μπορεί να οδηγεί σε κάποιον καθορισμένο δρόμο την αστικοδημοκρατική επανάσταση. Οι καντέτοι δεν θέλουν να κυριαρχούν, προτιμώντας «να βρίσκονται στην υπηρεσία» της μοναρχίας και της άνω βουλής! Δεν μπορούν να εξουσιάζουν γιατί τα πραγματικά αφεντικά της αστικής κοινωνίας, οι διάφοροι Σίποφ και Γκουτσκόφ, οι εκπρόσωποι του μεγάλου κεφαλαίου και της μεγάλης ιδιοκτησίας, στέκουν παράμερα απ αυτό το κόμμα. Οι καντέτοι είναι κόμμα που ονειροπολεί λευκή, αγνή, ομαλή, «ιδανική» αστική κοινωνία. Συσπειρώνουν γύρω τους όλους, όλο το «λαό» μόνο πάνω στη βάση των συνταγματικών αυταπατών, ενώνουν μόνο με αρνητικούς δεσμούς: με το μίσος ενάντια στο παραχορτασμένο θεριό, την απολυταρχική κυβέρνηση, που ενάντιά της, αριστερότερα απ όλους στη δοσμένη «νόμιμη» βάση, στέκουν σήμερα οι καντέτοι.
(Λένιν, τ. 12, «Η νίκη των καντέτων και τα καθήκοντα του εργ κόμματος»).


Ο «συνασπισμός» των τάξεων δεν προϋποθέτει καθόλου ούτε την ύπαρξη τούτου ή εκείνου του ισχυρού κόμματος, ούτε την κομματικότητα γενικά.
Ο «συνασπισμός» του προλεταριάτου και της αγροτιάς, πραγματοποιούνταν δεκάδες και εκατοντάδες φορές, με τις πιο διαφορετικές μορφές, δίχως να υπάρχει «οποιοδήποτε ισχυρό ανεξάρτητο κόμμα» της αγροτιάς. Αυτός ο συνασπισμός πραγματοποιούνταν όταν υπήρχε «κοινή δράση» πχ του σοβιέτ των εργατών βουλευτών και του σοβιέτ των στρατιωτών βουλευτών, ή της απεργιακής επιτροπής των σιδηροδρομικών ή των αγροτών βουλευτών κλπ.
Ο συνασπισμός των τάξεων έπαιρνε διάφορες μορφές, αρχίζοντας από τις ακαθόριστες και τις αδιαμόρφωτες και τελειώνοντας με εντελώς καθορισμένες και διαμορφωμένες πολιτικές συμφωνίες.
Μπορεί μήπως ν αρνηθεί κανείς ότι η κοινή έκκληση για γενική εξέγερση και η κοινή συμμετοχή στις τοπικές και μερικότερες εξεγέρσεις, υποχρεώνει να βγει το συμπέρασμα για από κοινού σχηματισμό της προσωρινής επαναστατικής κυβέρνησης; Το να αρνιέται κανείς αυτό, θα σήμαινε ότι στρεψοδικεί, ότι ανάγει την έννοια της «κυβέρνησης» αποκλειστικά και μόνο σ ένα φαινόμενο ολοκληρωμένο, διαμορφωμένο, ότι ξεχνά πως κάθε τι το ολοκληρωμένο και διαμορφωμένο, προέρχεται από κάτι το ανολοκλήρωτο και αδιαμόρφωτο.
(Λένιν, τ. 17, «Σκοπός της πάλης του προλεταριάτου στην επανάστασή μας»).


Το κομμουνιστικό κόμμα είναι κόμμα προλεταριακό και
αντιφασιστικό, αν και καθοδηγείται λαθεμένα. Η σοσιαλδημοκρατία παρά
την εργατική της σύνθεση, είναι πέρα για πέρα αστικό κόμμα, που μέσα σε
«
κανονικές» συνθήκες διευθύνεται επιτήδεια απ την άποψη των αστικών
σκοπών, που δεν αξίζει τίποτα σε συνθήκες κοινωνικής κρίσης. Οι
σοσιαλδημοκράτες ηγέτες είναι αναγκασμένοι παρά τη θέλησή τους ν
αναγνωρίσουν τον αστικό χαρακτήρα της σοσιαλδημοκρατίας...
...
η σοσιαλδημοκρατία που σήμερα είναι ο κύριος αντιπρόσωπος του αστικού
κοινοβουλευτικού καθεστώτος, στηρίζεται πάνω στους εργάτες...
...
στο δημοκρατικό καθεστώς της εξελιγμένης καπιταλιστικής κοινωνίας η
μπουρζουαζία στηρίζεται κυρίως πάνω στην εργατική τάξη που την έχουν
«
μερέψει» οι ρεφορμιστές. Αυτό το σύστημα εκφράζεται με τον πιο τέλειο
τρόπο στην Αγγλία τόσο καλά κάτω απ την εργατική κυβέρνηση, όσο και
κάτω απ την συντηρητική κυβέρνηση.
Στο φασιστικό καθεστώς, τουλάχιστον στο 1ο στάδιο, το κεφάλαιο στηρίζεται
στη μικροαστική τάξη, που καταστρέφει τις οργανώσεις του προλεταριάτου.
Τέτοιο είναι το παράδειγμα της Ιταλίας.
Υπάρχει καμιά διαφορά στο «ταξικό περιεχόμενο» ανάμεσα σ αυτά τα
καθεστώτα; Αν τεθεί μονάχα το ζήτημα της κυρίαρχης τάξης, δεν υπάρχει
καμιά διαφορά. Αλλά αν αντιμετωπίσουμε την κατάσταση και τις σχέσεις
ανάμεσα σε όλες τις τάξεις, η διαφορά αποκαλύπτεται αρκετά μεγάλη απ την
άποψη του προλεταριάτου...
...
Η τάξη καθ εαυτήν είναι απλώς ένα υλικό για εκμετάλλευση. Ο κύριος
ρόλος του προλεταριάτου αρχίζει τη στιγμή που από μια κοινωνική τάξη καθ
εαυτήν, μεταβάλλεται σε μια πολιτική τάξη για τον εαυτό της. Αυτό μπορεί
να γίνει μονάχα δια μέσου του κόμματος. Το κόμμα είναι το ιστορικό
όργανο με τη βοήθεια του οποίου η τάξη αποκτά συνείδηση του εαυτού της.
Όταν λέμε ότι «η τάξη είναι πάνω από το κόμμα» σημαίνει πως βεβαιώνουμε
ότι η τάξη στην πρωτόγονή της κατάσταση είναι πάνω απ την τάξη που
τείνει ν αποκτήσει την ταξική της συνείδηση. Αυτό δεν είναι μονάχα
λαθεμένο αλλά και αντιδραστικό...
...
η εξέλιξη της τάξης προς την αυτοσυνείδησή της, δηλαδή η οικοδόμηση
ενός επαναστατικού κόμματος που έλκει πίσω του το προλεταριάτο, είναι
ένα αντιφατικό και σύνθετο προτσές. Η τάξη δεν είναι ομοιογενής. Τα
διάφορα τμήματά της αποκτούν συνείδηση από διαφορετικούς δρόμους και
σε διαφορετικούς χρόνους. Η μπουρζουαζία συμμετέχει ενεργητικά σ αυτό
το προτσές. Δημιουργεί τα όργανά της μέσα στην εργατική τάξη ή
χρησιμοποιεί τα όργανα που υπάρχουν, αντιτάσσοντας ορισμένα στρώματα
εργατών σε άλλα. Στους κόλπους του προλεταριάτου δρουν ταυτόχρονα
διαφορετικά κόμματα. Γι αυτό παραμένει πολιτικά διασπασμένο κατά τη
διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους της ιστορικής του πορείας...
(
Τρότσκι, «Και τώρα;»).


Η ανοιχτή εκδήλωση των μαζών και των τάξεων στην επανάσταση, άλλαξε την προηγούμενη κατάσταση και ως ένα βαθμό, τον προηγούμενο χαρακτήρα των κομμάτων.
(Λένιν, τ. 17, σελ 357).


Ο καπιταλισμός δεν θα ήταν καπιταλισμός, αν το «καθαρό» προλεταριάτο δεν ήταν περιτριγυρισμένο από ένα σωρό εξαιρετικά πολύμορφους μεταβατικούς τύπους, από τον προλετάριο ως τον μισοπρολετάριο, από τον μισοπρολετάριο ως τον μικροαγρότη κλπ, αν μέσα στο ίδιο το προλεταριάτο δεν υπήρχαν διαιρέσεις σε περισσότερο και λιγότερο ανεπτυγμένα στρώματα, διαιρέσεις τοπικές, επαγγελματικές, κάποτε θρησκευτικές κλπ. Απ όλα αυτά απορρέει η απόλυτη ανάγκη για την πρωτοπορία του προλεταριάτου, να καταφεύγει σε ελιγμούς, σε συμφωνίες, σε συμβιβασμούς με τις διάφορες ομάδες των προλετάριων, με τα διάφορα κόμματα των εργατών και των μικρονοικοκυρέων. Όλο το πρόβλημα είναι να ξέρεις να εφαρμόζεις αυτή την τακτική, έτσι που να ανεβάζεις και όχι να χαμηλώνεις το γενικό επίπεδο της προλεταριακής συνειδητότητας, της επαναστατικότητας και της ικανότητας για τον αγώνα και τη νίκη.
Οι μικροαστοί δημοκράτες ταλαντεύονται αναπόφευκτα ανάμεσα στην αστική τάξη και στο προλεταριάτο. Η σωστή τακτική των κομμουνιστών πρέπει να συνίσταται στο να εκμεταλλεύονται αυτές τις ταλαντεύσεις, και όχι να τις αγνοούν. Η εκμετάλλευσή τους, απαιτεί υποχωρήσεις απέναντι στα στοιχεία εκείνα που προσανατολίζονται, από τη στιγμή και στο μέτρο που προσανατολίζονται, προς το προλεταριάτο, παράλληλα με τον αγώνα ενάντια σε εκείνους που προσανατολίζονται προς την αστική τάξη.
Να δένουμε προκαταβολικά τα χέρια μας, να λέμε ανοιχτά στον εχθρό, που τώρα είναι καλύτερα εξοπλισμένος από μας, αν θα τον πολεμήσουμε και πότε, είναι ανοησία και όχι επαναστατισμός. Να δεχόμαστε τη μάχη, όταν αυτό συμφέρει ολοφάνερα στον αντίπαλο και όχι σε μας, είναι έγκλημα, και δεν αξίζουν πεντάρα οι πολιτικοί ηγέτες της επαναστατικής τάξης, που δεν ξέρουν να κάνουν «ελιγμούς, συμφωνίες, συμβιβασμούς» για ν αποφύγουν μια μάχη κατάφωρα ασύμφορη.
(Λένιν, τ. 41, σελ. 53-62, «Ο αριστερισμός»).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου